Ο Μοιραίος Έρωτας

Δεν θέλω άλλο να σκέφτομαι.


Κάθε βράδυ να ματώνω πάνω - κάτω στα σοκκάκια του μυαλού και να σε συναντώ στις αυλόπορτες της μνήμης.


Ν' αναβιώνω στιγμές που σαν φωτεινοί σηματοδότες πάγωσαν στο κόκκινο, απαγορεύοντας ρητά οποιαδήποτε κίνηση προς τα εμπρός. 
Στιγμές εγκλωβισμένες σ' ένα παράλληλο σύμπαν, όπου το χθες δεν γέννησε ποτέ το σήμερα.


Εμείς στην πρώτη μας γνωριμία! 

Συστολή κι ενθουσιασμός τα καύσιμα υλικά μας. 
Οι πρώτες ματιές ανιχνευτικές, πεινασμένες να δουν, να καταγράψουν κάθε λεπτομέρεια του ανθρώπινου αυτού πλάσματος που τρέλανε το κοντέρ της λογικής.


Το πρώτο άγγιγμα, η πρώτη αγκαλιά! 

Σαν βρέφη που δέχονται την φροντίδα της μάνας ανήμπορα, μικροσκοπικά, όλο ευγνωμοσύνη για την αγάπη που τα " σκεπάζει ". 
Μια αγάπη που δεν ζήτησαν αλλά την έχουν, ολόκληρη, ακμάζουσα, παρούσα.


 Κι η πρώτη φορά του έρωτα...  

Του θείου έρωτα που αφοπλίζει άμυνες κι αφυπνίζει αισθήσεις. 
Του έρωτα που ξυπνά το δέρμα κι αυτό αποκτά ξαφνικά δική του οντότητα. Ζητάει απαιτητικά να συνομιλήσει με το άλλο, το ξένο, να το οικειοποιηθεί και να το αφομοιώσει πλήρως, σε όλη την έκταση και το βάθος του.


 Όχι, δεν θέλω άλλο να σκέφτομαι. Δεν θέλω άλλο να θυμάμαι.

Το πρώτο μας πρωινό, όπου η τρυφερότητα ξεχείλιζε από τα φλιτζάνια, όπου το γέλιο και τα χάδια περίσσευαν στον δίσκο της αγάπης. 
Την πρώτη μας βόλτα... Την πρώτη μας νύχτα. 

Κάθε πρώτη μας φορά.


Κι έπειτα τις επόμενες φορές, μια ολόκληρη αλυσίδα από επόμενες, που συμπλήρωναν τα κενά μιας ζωής, που δεν γνώριζε πως διαθέτει κομμάτια άδεια, ανεκπλήρωτα. 
Κι εμείς θαυμαστές αυτού του μεγαλείου, δημιουργοί και θεατές του, απορούσαμε πώς ζούσαμε πριν.
Πριν μάθουμε ο ένας για την ύπαρξη του άλλου. 
Μακαρίζαμε, τότε την τύχη που μας ένωσε, νιώθοντας μικροί θεοί σ' έναν κόσμο ατελή και γήινο.


Σφίγγαμε μετά περισσότερο ο ένας τον άλλο. 

Σφίγγαμε χέρια, αγκαλιές, σώματα με δύναμη και πάθος. 
Αντλούσαμε ζωή και την επιστρέφαμε πίσω διπλάσια σε ορμή, χαμόγελο κι αγάπη.


Δεν θέλω άλλο να θυμάμαι. 

Επικαλούμαι την λήθη με κάθε μου μόριο. 
Ζητώ ταπεινά να καλύψει την γύμνια μου, τώρα που εξόριστη και μόνη κρυώνω κι έχω έναν χειμώνα ατελείωτο, μπροστά μου να διανύσω. 

Τώρα που ξέρω πώς είναι ν' ανταμώνεις τον μοιραίο έρωτα της ζωής σου και να ζεις μέσα στην αίγλη της σπανιότητάς του.


Εγώ, η άλλοτε ευνοημένη της τύχης, ήρθε η ώρα να ησυχάσω και να ξεχάσω.
                         
                              Λίκνον


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο